Ένας ρομαντικός πολεμιστής
με όπλα μυριάδες, τις λέξεις
οπλίζει και γράφει,
σωπαίνει, κραυγάζει,
σε πεδίο πολέμου
με εικόνες ζωής
ρουφάει μελάνι
και ζωγραφίζει με αίμα ψυχής
σε χρυσοκέντητο καμβά.
Καταγής χυμένα ημιθανή σώματα
άλλα θα γεννηθούν ξανά
άλλα θα μείνουν στο σκοτάδι
στα σκονισμένα αφανή δωμάτια του Άδη.
Ένας ρομαντικός πολεμιστής
σ’ ένα ατέλειωτο πόλεμο
με το είδωλό του
με τον έρωτα
με τη φύση
με τη ζωή
με το θάνατο
με το αύριο
με την αρχή με το τέλος
μα δεν έχει τέλος αυτός ο ακήρυχτος πόλεμος
δεν έχει ήρωες
δεν έχει νικητές και ηττημένους
της λέξης η μάχη φαντάζει γιορτή.